Γιώργος Δουατζής
Κόκκινα πόθου πάθους
Κόκκινα επιθυμίας αμαρτίας
Κόκκινα έντασης φευγιού
Κόκκινα ματωμένης αγκαλιάς
Κόκκινα
Ολέθρια κόκκινα
Παπούτσια κόκκινα
Εικόνα κόκκινη θολή του έρωτα
Παπούτσια κόκκινα
σε κίνηση
Αέρας φωτιά και θάνατος
Δεν ήξερε κανείς
πόσα αρσενικά κύτταρα
ξέμειναν στα παπούτσια της
πόσα χέρια
έβγαλαν ευλαβικά
τα κόκκινα παπούτσια
για να αποκαλυφθούν τα πόδια
που στήριζαν το φλογερό πάθος
πόσες ιδρωμένες ανάσες
νότισαν
αυτή την επιδερμίδα
την Ανδαλουσιάνικη
τσιγγάνικη
σκούρα
ολέθρια
κόκκινα ολέθρια
πόσα αναφιλητά συντρόφεψαν
το φευγιό της
στηριγμένο σε αυτά τα ίδια
κόκκινα σε κίνηση παπούτσια
των αποχωρισμών
των σταθμών
των λιμανιών
που έπαιρναν πάντα μακριά
και ποτέ δεν έφερναν
αγαπημένους
Κόκκινα παπούτσια
με ήχους εικόνες μυρωδιές
τόσο κόκκινα…
Τόπος ο χορός
Εκεί που άνοιγε δρόμο
με την φωτιά
ανάμεσα στα σκέλια της
στηριγμένη από τα μοναδικά
κόκκινα της πυρκαγιάς παπούτσια
που δεν ήξερε ποτέ κανείς…
Την οδηγούσαν ή τα οδηγούσε;
Κι έλεγες
ποιος κινάει αλήθεια πρώτος
την μοναδική τέλεση
ιερουργία
σε θεό έλληνα
του Ολύμπου
άγνωστο παθιασμένο
με ανθρώπινα ελαττώματα
ποιος κινάει αλήθεια πρώτος
την έλευση έγερση
τελετής
εξαίσιας νομαδικής αξέχαστης
η μουσική
ή
το παλλόμενο κορμί της;
Ποιος κινάει ποιος
αυτό το χορό τον
παλιό σαν άνθρωπο
ευαίσθητο σαν αγάπη
παθιασμένο σαν έρωτα
υψωμένο σαν ιδανικό
χρήσιμο σαν αγώνα
όμορφο σαν αγαπημένη
ζεστό σαν αγκαλιά
απέραντο σαν ωκεανό
Κι όλα αυτά
με το παλλόμενο κορμί– τόξο
στηριγμένα
στα κόκκινα σαν αίμα κι αγκαλιά
στα αιωρούμενα και στέρεα
στα όμορφα και σημαδεμένα
από χιλιάδες έρωτες κι όνειρα
ονειρώξεις κι εντάσεις
κόκκινα
βαθιά κόκκινα
ολέθρια κόκκινα
παπούτσια
Τώρα που κοκκίνισε ο ορίζοντας
αυτά χορεύουν με ρυθμό
οδηγητή ψυχών και μουσικών
Οι φωνές χάνονται στην εικόνα της
τη στηριγμένη στα κόκκινα
σπάνια παπούτσια
Ο ποιητής τη συνάντησε
να ανοίγει δρόμο
με τη μοναδική φωτιά της
σε κείνο το υπόγειο της Μαδρίτης
με καπνούς κόκκινο κρασί
ήχους πρωτόγνωρους
μυρωδιές που σημαδεύουν
Δεν ξέρει κανείς που οδηγεί
με το βλέμμα στον ουρανό
τα πόδια στέρεα στη γη
και κείνα
κόκκινα αυτοδύναμα
να στηρίζουν φαντασιώσεις
ομορφιά
αλήθεια
δύναμη
έξαρση
αντάρα
πόνο
Ζωή
που παίζεται σε δυο στιγμές
καθώς τα φονικά
όταν η ιδρωμένη εκδίκηση
λάμπει στο φως του φεγγαριού
Εικόνες κόκκινες
σημαδεύουν τη μνήμη
με τραγούδια μακρινά
Ανδαλουσίας
ενός Φεντερίκο Γκαρθία
με τα περιστέρια αγκαλιά
Τότε και πάντα
η νύχτα δεν έχει τέλος
η ποίηση δεν έχει τέλος
Οι ωδές στην κόκκινη φωτιά
στα κόκκινα παπούτσια
δεν έχουν τέλος
Το τραγούδι μου μέσα στη νύχτα
όταν η πόλη κοιμάται ύπνο βαθύ
δεν έχει τέλος
Όσο υπάρχουν άνθρωποι
και κόκκινα
υπέροχα κόκκινα
ολέθρια κόκκινα παπούτσια
Ζωή
ποίηση έρωτας κι ωδές
δεν έχουν τέλος
γιατί πώς θα ξημέρωνε
χωρίς ωδές τραγούδια ποιήματα
και κόκκινα παπούτσια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου