Τετάρτη 29 Απριλίου 2009

Αηδόνι εσύ, πλανεύτρα στάχτη που καις Με ποιο κρασί, μεθάει τα μάτια του πες




Παράπονο

Βαριά βραχιόλια οι λύπες
Πώς μ' αγαπάς δεν είπες
Το 'χω παράπονο, μάνα μου, στόμα μου
Κι ας πέθαινε το σώμα μου

Σου στέλνω μ' ένα γράμμα
Του φεγγαριού τη λάμα
Πάρ' τη και χτύπα με, μάνα μου, τρέλα μου
Κι αν κλαίει η ψυχή σου γέλα μου


Ξενιτιά

Ψηλά βουνά κι εσείς των άστρων θωριές
Ποτάμια αχνά, ελάτια, δάφνες, μυρτιές

Την καρδιά μου, αχ φωτιά μου, όποιος δει
Να του πει να 'ρθει κοντά μου, μην αργεί
Ξενιτιά μου, ερωτά μου, φως κι αυγή
Πριν ραγίσει απ' τον σεβντά μου όλη η γη

Αηδόνι εσύ, πλανεύτρα στάχτη που καις
Με ποιο κρασί, μεθάει τα μάτια του πες


Parapono (Complaint)

Heavy bracelets the sorrows
You haven't even said you love me
I've got this complaint my beloved one,
tender lips of mine say you love me
and my body, might as well die.

I'm sending you with a letter
the sharp sickle of the new moon.
Take it and turn it against me, my one
and only, my inspiration
and if your soul is weeping, smile at me.


I Xenitia (Exile)

Mountains high and you glow of the stars
mist of rivers, fir-trees, laurels, myrtels.

My fate, let the one who sees my heart
tell her to run back to me, without delaying.
Exile of mine, my love, light and dawn
before the whole world cracks
under the sigh of my heart.

Tell me nightingale
seducing ash still burning
which wine brings drunkness
to his eyes.

Lyrics: Lina Nikolakopoulou
Music: Ara Dinkjian





"Φεύγω και σε παίρνω μαζί μου. Θα θυμάμαι πάντα τα βουρκωμένα τούτη την ώρα μάτια σου, το θλιμμένο βλέμμα σου. Ποιός ξέρει τι ειν' αυτό που αποφασίζει τώρα για λογαριασμό μου! Φεύγω, αλλά να ξέρεις θα σ' αγαπώ πάντα.
Όταν βραδιάζει εκεί που πάω, το φεγγάρι θα 'ρχεται προς εσένα κι εγώ κάθε βράδυ θα τ' ακολουθώ, θα παίρνω το δρόμο του φεγγαριού και θα πέφτω στην αγκαλιά σου".

Ο δρόμος του φεγγαριού είναι ένα μυθιστόρημα του Όμηρου Αβραμίδη (γεννήθηκε στη Λεμεσό και σπούδασε ελληνική και γαλλική φιλολογία στο πανεπιστήμιο Αθηνών).






Το parapono

Poem: Odisseas Elitis
Music: Dimitris Papadimitriou

Εδώ στου δρόμου τα μισά έφτασε η ώρα να το πω
άλλα είναι εκείνα που αγαπώ, γι' αλλού γι' αλλού ξεκίνησα
άλλα είναι εκείνα που αγαπώ, γι' αλλού γι' αλλού ξεκίνησα

Στ' αληθινά, στα ψεύτικα, το λέω και τ' ομολογώ
σαν να 'μουν άλλος κι όχι εγώ μες στη ζωή πορεύτηκα
σαν να 'μουν άλλος κι όχι εγώ μες στη ζωή πορεύτηκα

Όσο κι αν κανείς προσέχει
όσο κι αν το κυνηγά
πάντα, πάντα θα 'ναι αργά,
δεύτερη ζωή δεν έχει


The Complaint

Here, halfway of my route
the time has come for me to say
the things I love are elsewhere
I had not meant to come this way

In truth, in lies
I speak and I confess
Like I was somebody else, not me
I walked through life.

Now matter how cautious one may be.
Now matter how much he runs after his aims.
It is always, always too late
for there is not a second life




Kirkh70




Τρίτη 28 Απριλίου 2009

Μαρίνα πράσινο μου αστέρι Μαρίνα φως του αυγερινού Μαρίνα μου άγριο περιστέρι Και κρίνο του καλοκαιριού





Μαρίνα

Στίχοι: Οδυσσέας Ελύτης
Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης
Πρώτη εκτέλεση: Ντόρα Γιαννακοπούλου


Δώσε μου δυόσμο να μυρίσω,
Λουίζα και βασιλικό
Μαζί μ'αυτά να σε φιλήσω,
και τι να πρωτοθυμηθώ

Τη βρύση με τα περιστέρια,
των αρχαγγέλων το σπαθί
Το περιβόλι με τ' αστέρια,
και το πηγάδι το βαθύ

Τις νύχτες που σε σεργιανούσα,
στην άλλη άκρη τ' ουρανού
Και ν' ανεβαίνεις σε θωρούσα,
σαν αδελφή του αυγερινού

Μαρίνα πράσινο μου αστέρι
Μαρίνα φως του αυγερινού
Μαρίνα μου άγριο περιστέρι
Και κρίνο του καλοκαιριού















Η ΜΑΡΙΝΑ ΤΩΝ ΒΡΑΧΩΝ

'Εχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη - Μα πού γύριζες
Ολημερίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας
Αετοφόρος άνεμος γύμνωσε τους λόφους.
Γύμνωσε την επιθυμία σου ως το κόκαλο
Κι οι κόρες των ματιών σου πήρανε τη σκυτάλη της χίμαιρας
Ριγώνοντας μ' αφρό τη θύμηση!
Πού είναι η γνώριμη ανηφοριά του μικρού Σεπτεμβρίου
Στο κοκκινόχωμα όπου έπαιζες θωρώντας προς τα κάτω
Τους βαθιούς κυαμώνες των άλλων κοριτσιών
Τις γωνιές όπου οι φίλες σου άφηναν αγκαλιές τα δυοσμαρίνια

- Μα πού γύριζες
Ολονυχτίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας
Σου' λεγα να μετράς μες στο γδυτό νερό τις φωτεινές του μέρες
Ανάσκελη να χαίρεσαι την αυγή των πραγμάτων
'Η πάλι να γυρνάς κίτρινους κάμπους
Μ' ένα τριφύλλι φως στο στήθος σου ηρωίδα ιάμβου.

'Εχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη
Κι ένα φόρεμα κόκκινο σαν το αίμα
Βαθιά μες στο χρυσάφι του καλοκαιριού
Και τ' άρωμα των γυακίνθων - Μα πού γύριζες

Κατεβαίνοντας προς τους γιαλούς τους κόλπους με τα βότσαλα
'Ηταν εκεί ένα κρύο αρμυρό θαλασσόχορτο
Μα πιο βαθιά ένα ανθρώπινο αίσθημα που μάτωνε
Κι άνοιγες μ' έκπληξη τα χέρια σου λέγοντας τ' όνομά του
'Οπου σελάγιζε ο δικός σου ο αστερίας

'Ακουσε ο λόγος είναι των στερνών η φρόνηση
Κι ο χρόνος γλύπτης των ανθρώπων παράφορος
Κι ο ήλιος στέκεται από πάνω του θηρίο ελπίδας
Κι εσύ πιο κοντά του σφίγγεις έναν έρωτα
'Εχοντας μια πικρή γεύση τρικυμίας στα χείλη.
Δεν είναι για να λογαριάζεις γαλανή ως το κόκαλο άλλο καλοκαίρι,
Για ν' αλλάξουνε ρέμα τα ποτάμια
Και να σε πάνε πίσω στη μητέρα τους,
Για να ξαναφιλήσεις άλλες κερασιές
'Η για να πας καβάλα στο μαίστρο.
Στυλωμένη στους βράχους δίχως χτες και αύριο,
Στους κινδύνους των βράχων με τη χτενισιά της θύελλας
Θ' αποχαιρετήσεις το αίνιγμά σου.



Δευτέρα 27 Απριλίου 2009

Σου στέλνω και το δάκρυ μου σ' ένα μικρό μαντίλι το δάκρυ μου είναι καφτερό και καίει το μαντίλι




Ξενιτεμένο μου πουλί

Ξενιτεμένο μου πουλί
εκεί στα ξένα που 'σαι
σου στέλνω μήλο σέπεται
κυδώνι μαραγκιάζει

Σου στέλνω και το δάκρυ μου
σ' ένα μικρό μαντίλι
το δάκρυ μου είναι καφτερό
και καίει το μαντίλι

Ξενιτεμένο μου πουλί
εκεί στα ξένα που 'σαι
ξένοι σου πλένουν τα σκουτιά
ξένοι στα σαπουνίζουν

Στα πλένουν μια στα πλένουν δυο
στα πλένουν τρεις και πέντε
κι από τις πέντε κι ύστερα
τα ρίχνουν στο σοκάκι

Πάρε ξένε μ' τα ρούχα σου
πάρε και τα σκουτιά σου
και σύρε στην πατρίδα σου
σε καρτερεί η φαμελιά σου.








Η αγάπη που μας έδεσε πόνο δε θα γνωρίσει είμαστε δυο σταλαγματιές από την ίδια βρύση




Δεν ξέρω πόσο σ' αγαπώ

Στίχοι: Χρήστος Αργυρόπουλος
Μουσική: Απόστολος Καλδάρας
Πρώτη εκτέλεση: Βίκυ Μοσχολιού
Άλλες ερμηνείες: Δήμητρα Γαλάνη
Μαρινέλλα & Γιώργος Νταλάρας

Δεν ξέρω πόσο σ' αγαπώ
μέτρο δεν έχει η αγάπη
είναι απ' τον ήλιο πιο ψηλά
και δεν τη φτάνει μάτι

Ήταν μια σπίθα στην αρχή
και μιας βροχής ψιχάλα
κι έγινε η σπίθα πυρκαγιά
και πέλαγος η στάλα

Η αγάπη που μας έδεσε
πόνο δε θα γνωρίσει
είμαστε δυο σταλαγματιές
από την ίδια βρύση

Ήταν μια σπίθα στην αρχή
και μιας βροχής ψιχάλα
κι έγινε η σπίθα πυρκαγιά
και πέλαγος η στάλα










Σάββατο 25 Απριλίου 2009

Ανοίξτε τα παράθυρα να γίνουν οι λέξεις πουλιά και ουρανός ο κόσμος. Παναγιωτάκη Μαρία






Ποίηση: Παναγιωτάκη Μαρία
http://l-exeis.blogspot.com
Μουσική : Δημήτρης Παπαδημητρίου ~ Ευανθία Ρεμπούτσικα


Παρασκευή 24 Απριλίου 2009

Malaguena salerosa... Como el candor de una rosa.





Malaguena

Que bonitos ojos tienes
Debajo de esas dos cejas
Debajo de esas dos cejas
Que bonitos ojos tienes.

Ellos me quieren mirar
Pero si tu no los dejas
Pero si tu no los dejas
Ni siquiera parpadear.

Malaguena salerosa
Besar tus labios quisiera
Besar tus labios quisiera.
Malaguena salerosa
Y decirte nina hermosa.

Que eres lin........da y hechicera,
Que eres linda y hechicera
Como el candor de una rosa.

Si por pobre me desprecias
Yo te concedo razon
Yo te concedo razon
Si por pobre me desprecias.

Yo no te ofrezco riquezas
Te ofrezco mi corazon
Te ofrezco mi corazon
A cambio de mi pobreza.

Malaguena salerosa
Besar tus labios quisiera
Besar tus labios quisiera.
Malaguena salerosa
Y decirte nina hermosa.

Que eres lin........da y hechicera,
Que eres linda y hechicera
Como el candor de una rosa.
Y decirte nina hermosa.





What pretty eyes you have,
Under those two eyebrows.
Under those two eyebrows,
What pretty eyes you have.

They want me to look
But if you don't leave them
But if you don't leave them
Not even to flash...

Rose leaves of Málaga
To kiss your wanted lips
To kiss your wanted lips
Rose leaves of Málaga
And telling you, beautiful girl...

That you are pretty and magical,
That you are pretty and magical,
As the innocence of a rose.

If in poverty you despise me,
I give you truth.
I give you truth,
If in poverty you despise me.

I do not offer you wealth (riches)
I offer you my heart.
I offer you my heart
In exchange for my poverty.

Rose leaves of Málaga
To kiss your wanted lips
To kiss your wanted lips
Rose leaves of Málaga
And telling you, beautiful girl...

That you are pretty and magical
That you are pretty and magical
As the innocence of a rose
And telling you, beautiful girl.















Πέμπτη 23 Απριλίου 2009

Φυσάει βοριάς απ' το νοτιά κι όλα τα παίρνει πέρα αγάπες, όνειρα, φιλιά, γλυκό μου και σκοτεινιάζει η μέρα








Χρόνια πολλά και ευτυχισμένα σε Σένα
που σήμερα έχεις τη Γιορτή σου!!!



Λεμόνι στην πορτοκαλιά

Στίχοι: Μανώλης Ρασούλης
Μουσική: Βάσω Αλαγιάννη
Πρώτη εκτέλεση: Νίκος Παπάζογλου

Λεμόνι στην πορτοκαλιά, μωρό μου
είμαι στην αγκαλιά σου
σε μένα δίνεις τα φιλιά, μικρό μου
μα σ' άλλον την καρδιά σου

Φυσάει βοριάς απ' το νοτιά
κι όλα τα παίρνει πέρα
αγάπες, όνειρα, φιλιά, γλυκό μου
και σκοτεινιάζει η μέρα

Άλλο θα πει Χαλκιδική, μωρό μου
κι άλλο θα πει Χαλκίδα
αλλού μου έλεγες πως πας, γλυκό μου
μα εγώ αλλού σε είδα

Φυσάει βοριάς απ' το νοτιά
κι όλα τα παίρνει πέρα
αγάπες, όνειρα, φιλιά, γλυκό μου
και σκοτεινιάζει η μέρα

Καράβια εμείς δε θέλουμε γλυκό μου
για τα νησιά να πάμε
πάνω στο ήσυχο νερό, μικρό μου
όμορφα περπατάμε

Φυσάει βοριάς απ' το νοτιά
κι όλα τα παίρνει πέρα
αγάπες, όνειρα, φιλιά, γλυκό μου
και σκοτεινιάζει η μέρα





Limón en naranjo


Limón en narnajo, mi niña,
soy en tus brazos.
A mí me das tus besos, pequeña:
pero a otro, tu corazón.

Sopla cierzo desde el Sur
y se lleva todo, cariño:
amores, sueños, besos;
y se oscurece el día.

Una cosa es la Calcídica
y otra Calcis.
Me dijiste que ibas a un sitio, cariño,
y te he visto en otro.

Sopla cierzo desde el Sur
y se lleva todo, cariño:
amores, sueños, besos;
y se oscurece el día.

Nosotros no necesitamos barcos, cariño,
para ir a las islas;
sobre las aguas tranquilas
paseamos tan ricamente.

Sopla cierzo desde el Sur
y se lleva todo, cariño:
amores, sueños, besos;
y se oscurece el día.





Η ΠΟΡΤΟΚΑΛΕΝΙΑ
Στον Αντρέα Καμπά

Τόσο πολύ τη μέθυσε ο χυμός του ήλιου

Που έγειρε το κεφάλι της και δέχτηκε να γίνει

Σιγά σιγά: η μικρή Πορτοκαλένια!

Έτσι καθώς γλαυκόλαμψαν οι εφτά ουρανοί
Έτσι καθώς άγγιξαν μια φωτιά τα κρύσταλλα
Έτσι καθώς αστράψανε χελιδονοουρές
Σάστισαν πάνω οι άγγελοι και κάτω οι κοπελιές
Σάστισαν πάνω οι πελαργοί και κάτω τα παγόνια
Κι όλα μαζί συνάχτηκαν κι όλα μαζί την είδαν
Κι όλα μαζί τη φώναξαν: Πορτοκαλένια!

Μεθάει το κλήμα κι ο σκορπιός μεθάει ο κόσμος όλος
Όμως της μέρας η κεντιά τον πόνο δεν αφήνει
Τη λέει ο νάνος ερωδιός μέσα στα σκουληκάκια
Τη λέει ο χτύπος του νερού μες στις χρυσοστιγμές
Τη λέει κι η δρόσο στου καλού βοριά το απανωχείλι:

Σήκω μικρή μικρή μικρή Πορτοκαλένια!
Όπως σε ξέρει το φιλί κανένας δε σε ξέρει
Μήτε σε ξέρει ο γελαστός Θεός
Που με το χέρι του ανοιχτό στη φλογερή αντηλιά
Γυμνή σε δείχνει στους τριανταδυό του ανέμους!




Τρίτη 21 Απριλίου 2009

Θα κεντήσω πάνω στο δίκοπό σου λάζο το βλέμμα σου το καθαρό αυτό το βλέμμα το γαλάζιο που δε χορταίνω να θωρώ











Το τραγούδι του δρόμου

Σε πεύκο ανέβηκα μεγάλο
να δω που πήγε τ όνειρό μου
μα εγώ δεν είδα τίποτα άλλο
από τον κουρνιαχτό του τρόμου.

Σαν πας τη στράτα - στράτα
τον πόλεμο παράτα
γιατί ο καιρός ανοίγει
κι αρχίζει το κυνήγι.

Στου κάστρου την παλιά τη βρύση
σκοτώσαν ένα περιστέρι
πες μου ποιο μάτι θα δακρύσει
και ποιο θα το ζεστάνει χέρι.

Σαν πας τη στράτα - στράτα
τον πόλεμο παράτα
γιατί ο καιρός ανοίγει
κι αρχίζει το κυνήγι.

Φύγε απ' το δρόμο περιστέρι
γιατί θα βγω κι εγώ κυνήγι
κι αν αστοχήσει μου το χέρι
θα 'ναι η ζωή σου τόσο λίγη.

Σαν πας τη στράτα - στράτα
τον πόλεμο παράτα
γιατί ο καιρός ανοίγει
κι αρχίζει το κυνήγι.














Η μέρα κείνη δε θ' αργήσει

Στίχοι: Φώντας Λάδης
Μουσική: Μάνος Λοΐζος
Πρώτη εκτέλεση: Μάνος Λοΐζος & Δήμητρα Γαλάνη
Άλλες ερμηνείες: Γιώργος Νταλάρας & Δήμητρα Γαλάνη

Η μέρα κείνη δε θ' αργήσει
που μπρος μου θα σε ξαναδώ
το φως του ήλιου θα ραγίσει
και συ θα τρέχεις προς τα δω

θε να σκορπά το μέτωπό σου
χρυσή βροχή στον ουρανό
και θα 'ν' τ' ωραίο πρόσωπό σου
κι απ' το φεγγάρι πιο χλωμό

Κι όταν θα σμίξουν οι καρδιές μας
όλα θα λάμψουνε αλλιώς
και θα χαθεί μες τις σκιές μας
όλος ο κόσμος ο παλιός

Η μέρα κείνη δε θ' αργήσει
κυνηγημένο μου πουλί
σε πήρε κάποτε η δύση
σε ξαναφέρνει η ανατολή


























Νανούρισμα
Θα κεντήσω,πάνω στου αλόγου σου τη σέλλα
Με διαμαντόπετρες σωρό
του φεγγαριού το πήγαιν' έλα
στο πελαγίσιο το νερό

Αγόρι μου,αγόρι μου
αγόρι μου να σε χαρώ

Θα κεντήσω στ' ασημοπίστολα σου πλάι
της χελιδόνας το φτερό
κι έναν σταυρό να σε φιλάει
τις νύχτες που σε καρτερώ

Θα κεντήσω πάνω στο δίκοπό σου λάζο
το βλέμμα σου το καθαρό
αυτό το βλέμμα το γαλάζιο
που δε χορταίνω να θωρώ







Δευτέρα 20 Απριλίου 2009

Αχ ζωή μάγισσα να σε μάθω άργησα..





Όταν Τραγουδάω

Με κλειστά τα μάτια πάντα τραγουδάω
γιατί στην καρδιά μου ο Ζέφυρος φυσά
Έλα σκόρπισέ με Ζέφυρε σαν στάχτη
σ' ολονών τα βάθη τα επτασφράγιστα

Αχ ζωή μάγισσα να σε μάθω άργησα

Κάθισε κοντά μου Θάμυρι να πούμε
τη χαρά του κόσμου το παράπονο
Κάθε μέρα χάνω, χάνω τ' όνειρό μου
και το ξαναβρίσκω όταν τραγουδώ

Αχ ζωή μάγισσα να σε μάθω άργησα

Τα τραγούδια παίρνουν κάτι απ' την ψυχή μας
και το μεταφέρουν στο στερέωμα
Όπου αναβοσβήνει σαν θλιμμένο πάλσαρ
και το δρόμο δείχνει για τους ναυαγούς

Αχ ζωή μάγισσα να σε μάθω άργησα









Σάββατο 18 Απριλίου 2009

..τ΄ όνομά σου κι ας πεθάνω στο ερημοκκλήσι αυτό..
















Λαϊκό τραγούδι από το χωριό Κερί


-Κυνηγός που εκυνηγούσε εις τα δάση μία φορά

έτυχε να συναντήσει μία έρημο εκκλησιά. (2)

Προχωρεί και μπαίνει μέσα με λυπητερή καρδιά,

βλέπει εκεί που επροσκυνούσε μια μικρή καλογραιά. (2)

- Καλογραία μου, σου λέω, τ΄ όνομά σου επιθυμώ,

τ΄ όνομά σου κι ας πεθάνω στο ερημοκκλήσι αυτό. (2)

- Τ΄ όνομά μου δεν στο λέω, γιατί εσύ θα λυπηθείς,

γιατί εσύ ήσουνα η αιτία καλογραία να με ιδείς. (2)

- Έλα απάτησε τον όρκο και παντρέψου μία φορά,

πάρε με τον κυνηγάρη, που σ΄ αγάπησε πιστά. (2)

- Πώς τον όρκο να πατήσω, το Θεό ν΄ απαρνηθώ;

Πάνε τώρα δύο χρόνια όπου ασκητεύω εδώ. (2)

Όθε δεις δυο κυπαρίσσια και στη μέση μία μυρτιά

Εκεί μέσα είναι θαμμένα δυο αγγελικά κορμιά. (2)



Η αρέκια, τετράφωνο, ζακυνθινό, λαϊκό τραγούδι, αποτελεί μια τοπική αποκλειστικότητα, γνήσιο δημιούργημα και έκφραση της λαϊκής μούσας, καμιά φορά και της λόγιας ποίησης.
Η λέξη "αρέκια" προέρχεται από την Βενέτικη λέξη "orecchia" που σημαίνει "αυτιά" δηλαδή τραγούδια με το αυτί χωρίς μουσικές γνώσεις.

SpyrosA1985












Παρασκευή 17 Απριλίου 2009

Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου τέκνον, που έδυ σου το κάλλος;












Η ζωή εν τάφω
κατετέθης, Χριστέ,
και αγγέλων στρατιαί εξεπλήττοντο,
συγκατάβασιν δοξάζουσαι την σήν.

Η ζωή πως θνήσκεις;
πώς και τάφω οικείς;
του θανάτου το βασίλειον λύεις δε
και του Άδου τους νεκρούς εξανιστάς.

Μεγαλύνομέν σε,
Ιησού Βασιλεύ,
και τιμώμεν την ταφήν και τα πάθη σου,
δι' ων έσωσας ημάς εκ της φθοράς.

Μέτρα γής ο στήσας,
εν σμικρώ κατοικείς,
Ιησού Παμβασιλεύ, τάφω σήμερον,
εκ μνημάτων τους θανόντας ανιστών.

Ιησού Χριστέ μου,
Βασιλεύ του παντός,
τι ζητών τοις εν τω άδη ελήλυθας;
ή το γένος απολύσαι των βροτών.

Ο Δεσπότης πάντων
καθοράται νεκρός,
και εν μνήματι καινώ κατατίθεται,
ο κενώσας τα μνημεία των νεκρών.

Η ζωή εν τάφω
κατετέθης, Χριστέ,
και θανάτω σου τον θάνατον ώλεσας
και επήγασας τω κόσμω την ζωήν.

Μετά των κακούργων
ως κακούργος, Χριστέ,
ελογίσθης δικαιών ημάς άπαντας,
κακουργίας του αρχαίου Πτερνιστού.

Ο ωραίος κάλλει
παρά πάντας βροτούς
ως ανείδεος νεκρός καταφαίνεται,
ο την φύσιν ωραΐσας του παντός.

Άδης πως υποίσει
παρουσίαν την σήν,
και μη θάττον συντριβείη σκοτούμενος,
αστραπής φωτός σου αίγλη τυφλωθείς;...








Άξιον εστί
μεγαλύνειν σε τον ζωοδότην,
τον εν τω σταυρώ τας χείρας εκτείναντα
και συντρίψαντα το κράτος του εχθρού.

Άξιον εστί
μεγαλύνειν σε τον πάντων κτίστην•
τοις σοις γαρ παθήμασιν, έχομεν
την απάθειαν, ρυσθέντες της φθοράς.

Έφριξεν η γη,
και ο ήλιος, Σώτερ, εκρύβη,
σου του ανεσπέρου φέγγους, Χριστέ,
δύναντος εν τάφω σωματικώς.

Ύπνωσας, Χριστέ,
τον φυσίζωον ύπνον εν τάφω
και βαρέος ύπνου εξήγειρας
του της αμαρτίας το των ανθρώπων γένος.

Μόνη γυναικών
χωρίς πόνον έτεκόν σε, τέκνον,
πόνους δε νυν φέρω πάθει τω σω
αφορήτους, έλεγεν η σεμνή.

Άνω σε, Σωτήρ,
αχωρίστως τω Πατρί συνόντα,
κάτω δε νεκρόν ηπλωμένον γη
φρίττουσιν ορώντα τα Σεραφείμ.

Ρήγνυται ναού
καταπέτασμα τη ση σταυρώσει,
κρύπτουσι φωστήρες, Λόγε, το φως
σου κρυβέντος, Ήλιε, υπό γην.

Γης ο κατ' αρχάς
μόνω νεύματι πήξας τον γύρον,
άπνους ως βροτός καθυπέδυ γην•
φρίξον τω θεάματι, ουρανέ.

Έδυς υπό γην
ο τον άνθρωπον χειρί σου πλάσας
ιν' εξαναστήσης του πτώματος
των βροτών τα στίφη πανσθενεστάτω κράτει.

Θρήνον ιερόν
δεύτε άσωμεν Χριστώ θανόντι,
ως αι μυροφόροι γυναίκες πριν
ίνα και το χαίρε ακουσώμεθα συν αυταίς.

Μύρον αληθώς
συ ακένωτον υπάρχεις, Λόγε•
όθεν σοι και μύρα προσέφερον
ως νεκρώ τω ζώντι γυναίκες μυροφόροι...









Αι γενεαί πάσαι,
ύμνον τη ταφή σου
προσφέρουσι, Χριστέ μου.

Καθελών του ξύλου
ο Αριμαθαίας
εν τάφω σε κηδεύει.

Μυροφόροι ήλθον
μύρα σοι, Χριστέ μου,
κομίζουσαι προφρόνως.

Δεύρο πάσα κτίσις
ύμνους εξοδίους
προσοίσωμεν τω Κτίστη.

Ως νεκρός τον ζώντα
συν μυροφόροις πάντες
μυρίσωμεν εμφρόνως.

Ιωσήφ τρισμάκαρ,
κήδευσον το σώμα
του Χριστού του ζωοδότου.

Ους έθρεψε το μάννα,
εκίνησαν την πτέρναν
κατά του ευεργέτου.

Ους έθρεψε τω μάννα,
φέρουσι τω Σωτήρι
χολήν άμα και όξος.

Ω της παραφροσύνης
και της χριστοκτονίας
της των προφητοκτόνων!

Ως άφρων υπηρέτης
προδέδωκεν ο μύστης
την άβυσσον σοφίας.

Τον ρύστην ο πωλήσας
αιχμάλωτος κατέστη,
ο δόλιος Ιούδας.

Κατά τον Σολομώντα,
βόθρος βαθύς το στόμα
Εβραίων παρανόμων.

Εβραίων παρανόμων
εν σκολιαίς πορείαις
τρίβολοι και παγίδες.

Ιωσήφ κηδεύει
συν τω Νικοδήμω
νεκροπρεπώς τον Κτίστην.

Ζωοδότα Σώτερ,
δόξα σου τω κράτει,
τον Άδην καθελόντι.

Ύπτιον ορώσα
η πάναγνός σε, Λόγε,
μητροπρεπώς εθρήνει.

Ω γλυκύ μου έαρ,
γλυκύτατόν μου τέκνον,
που έδυ σου το κάλλος;

Θρήνον συνεκίνει
η πάναγνός σου μήτηρ,
σου Λόγε νεκρωθέντος.

Γύναια συν μύροις
ήκουσι μυρίσαι
Χριστόν το θείον μύρον.

Θάνατον θανάτω
συ θανατοίς, Θεέ μου,
θεία σου δυναστεία.

Πεπλάνηται ο πλάνος,
ο πλανηθείς λυτρούται
σοφία ση, Θεέ μου.

Προς τον πυθμένα Άδου
κατήχθη ο προδότης,
διαφθοράς εις φρέαρ.

Τρίβολοι και παγίδες
οδοί του τρισαθλίου
παράφρονος Ιούδα.

Συναπολούνται πάντες
οι σταυρωταί σου, Λόγε,
Υιέ Θεού παντάναξ.

Διαφθοράς εις φρέαρ
συναπολούνται πάντες
οι άνδρες των αιμάτων.

Υιέ Θεού παντάναξ,
Θεέ μου, πλαστουργέ μου,
πως πάθος κατεδέξω;

Η δάμαλις τον μόσχον
εν ξύλω κρεμασθέντα
ηλάλαζεν ορώσα.

Σώμα το ζωηφόρον
ο Ιωσήφ κηδεύει
μετά του Νικοδήμου.

Ανέκραζεν η κόρη
θερμώς δακρυρροούσα,
τα σπλάχνα κεντουμένη.

Ω φως των οφθαλμών μου,
γλυκύτατόν μου τέκνον,
πως τάφω νυν καλύπτη;

Τον Αδάμ και Εύαν
ελευθερώσαι Μήτερ,
μη θρήνει, ταύτα πάσχω.

Δοξάζω σου, Υιέ μου,
την άκραν ευσπλαγχνίαν,
ής χάριν ταύτα πάσχεις.

Όξος εποτίσθης
και χολήν, οικτίρμον,
την πάλαι λύων γεύσιν.

Ικρίω προσεπάγης
ο πάλαι τον λαόν σου
στύλω νεφέλης σκέπων.

Αι μυροφόροι, Σώτερ,
τω τάφω προσελθούσαι
προσέφερόν σοι μύρα.

Ανάστηθι, οικτίρμον,
ημάς εκ των βαράθρων
εξανιστών του Άδου.

Ανάστα, ζωοδότα,
η σε τεκούσα μήτηρ
δακρυρροούσα λέγει.

Σπεύσον εξαναστήναι
την λύπην λύων, Λόγε,
της σε αγνώς τεκούσης.

Ουράνιαι δυνάμεις
εξέστησαν τω φόβω
νεκρόν σε καθορώσαι.

Τοις πόθω τε και φόβω
τα πάθη σου τιμώσι
δίδου πταισμάτων λύσιν.

Ω φρικτόν και ξένον
θέαμα, Θεού Λόγε!
πως γη σε συγκαλύπτει;

Φέρων πάλαι φεύγει.
Σώτερ, Ιωσήφ σε,
και νυν σε άλλος θάπτει.

Κλαίει και θρηνεί σε
η πάναγνός σου μήτηρ,
Σωτήρ μου, νεκρωθέντα.

Φρίττουσιν οι νόες
την ξένην και φρικτήν σου
ταφήν του πάντων κτίστου.

Έρραναν τον τάφο
οι μυροφόροι μύρα
λίαν πρωί ελθούσαι.

Ειρήνην Εκκλησία,
λαώ σου σωτηρίαν
δώρησαι ση εγέρσει.

Δόξα Πατρί

Ω Τριάς, Θεέ μου
Πατήρ, Υιός και Πνεύμα,
ελέησον τον κόσμον.

Και νυν

Ιδείν την του Υιού σου
ανάστασιν Παρθένε,
αξίωσον σους δούλους.

Αι γενεαί πάσαι
ύμνον τη ταφή σου
προσφέρουσι, Χριστέ μου.
















Τρίτη 14 Απριλίου 2009

τι γαρ ωφελείται άνθρωπος,αν τον κόσμον όλον κερδίσει την δε ψυχή αυτού ζημιωθή;






Το τροπάριο της Κασσιανής
υπό την χορωδία του πρωτοψάλτου
και καθ. Βυζ. Μουσικής Καβαρνού Πάνου,
αποτελούμενη κατά το πλείστον από τους μαθητές του.

Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή,
τὴν σὴν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν,
ὀδυρομένη, μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει.
Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας,
ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας.
Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων,
ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ·
κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας,
ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει.
Καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας,
ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις·
ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν,
κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη.
Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους
τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου;
Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.

Μεταγραφή του Φώτη Κόντογλου:

Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες,
σαν ένοιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα
και σε άλειψε με μυρουδικά πριν από τον ενταφιασμό σου
κι έλεγε οδυρόμενη: Αλλοίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη
και δίχως φεγγάρι, η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.
Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
Λύγισε στ' αναστενάγματα της καρδιάς μου,
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.
Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου,
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου·
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό,
τ' άκουσε να περπατάνε, από το φόβο της κρύφτηκε.
Των αμαρτιών μου τα πλήθη και των κριμάτων σου την άβυσσο,
ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση, ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου, εσύ που έχεις τ' αμέτρητο έλεος